ἡμερονύκτιον

ἡμερονύκτιον
ἡμερονύκτιον
Cat.Cod. Astr.
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ἡμερονυκτίου — ἡμερονύκτιον Cat.Cod. Astr. neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμερονυκτίων — ἡμερονύκτιον Cat.Cod. Astr. neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμερονυκτίῳ — ἡμερονύκτιον Cat.Cod. Astr. neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμερονύκτια — ἡμερονύκτιον Cat.Cod. Astr. neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • CANCER — I. CANCER Poetae Tragici nomen. II. CANCER aquatile animal, de quo Plin. l. 9. c. 31. Vivunt petrosis locis, cancri mollibus. Hieme aprica litora sectantur: aestate in opaca gurgitum recedunt Cancrorum genera, carabi, astaci, maeiae, paguri,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • -ιος — ια, ιο(ν) η κατάλ. ιος (μαζί με τις επαυξημένες μορφές της) είναι μία από τις παραγωγικότερες τής ελλ. γλώσσας καθ όλη τη διάρκεια τής ιστορίας της. Συγκεκριμένα, μαρτυρούνται συνολικά 2.996 λέξεις σε ιος, εκ τών οποίων 295 είναι κοινές, 2.261… …   Dictionary of Greek

  • ημερονύκτιο — και ημερόνυκτο και μερόνυχτο και μερονύχτι, το (AM ἡμερονύκτιον, Μ και μερονύκτιον και μερονύκτιν και μερονύκτι και ημερόνυκτον) το χρονικό διάστημα μιας μέρας και μιας νύχτας, το εικοσιτετράωρο. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένο ουδ. τού επιθέτου… …   Dictionary of Greek

  • ημερόνυκτον — το βλ. ημερονύκτιον …   Dictionary of Greek

  • ՕՐԱԳԻՇԵՐ — (ոյ.) NBH 2 1031 Chronological Sequence: Unknown date գ. ἠμερονύκτιον diei et noctis spatium. Օրն ամբողջ. տիւ եւ գիշեր միանգամայն. *Ի քսան եւ ʼի չորից ժամուց օրագիշերոյն. Բրս. թղթ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”